|
Γκέοργκ Χάυμ |
ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΑΓΡΥΠΝΙΑ
Στους κροτάφους σου πόσο σκοτάδι. Και τα χέρια σου πόσο βαριά. Έχεις φύγει γι' αλλού τώρα, πέρα, να μ' ακούσεις δεν γίνεται πια.
Πόσο πένθιμη και γερασμένη τρεμοπαίζει η μορφή σου στο φως. Και τα κρύα σου, τ' άκαμπτα χείλη τα δαγκώνει φρικτός μορφασμός.
Αύριο ήδη όλα θα 'χουν τελειώσει, θ' απομείνει εδώ μόνο η σιωπή, ή μπορεί κι ένα θρόισμα από άνθη, μια από σήψη ανεπαίσθητη οσμή.
Αλλά οι νύχτες θα φεύγουν πιο άδειες με την κάθε καινούργια χρονιά. Εδώ που 'γερνες πριν το κεφάλι κι ακουγόταν η ανάσα σου αχνά.
Georg Heym
LETZTE WACHE
Wie dunkel sind deine Schläfen. Und deine Hände so schwer. Bist du schon weit von dannen, Und hörst mich nicht mehr.
Unter dem flackenden Lichte Bist du so traurig und alt, Und deine Lippen sind grausam In ewiger Starre gekrallt.
Morgen schon ist hier das Schweigen Und vielleicht in der Luft Noch das Rascheln von Kränzen Und ein verwesender Duft.
Aber die Nächte werden Leerer nun, Jahr um Jahr. Hier wo dein Haupt lag, und leise Immer dein Atem war.
Georg Heym (1887-1912), Αυτοπροσωπογραφία
[ 11. 3. 2008 ]
|
|
|
|