|
Ένα εκδοτικό γεγονός |
Άγγελου Σικελιανού, Αντίδωρο, φιλολογική επιμέλεια Κώστα Μπουρναζάκη, Ίκαρος, Αθήνα 2003
ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΑΠΟ ΤΑ ΑΝΕΥΡΕΤΑ ή, έστω, απ' τα αφανή βιβλία της λογοτεχνίας μας το "Αντίδωρο", αυτή η αυτοανθολόγηση του Σικελιανού που πρωτοείδε το φως της δημοσιότητας μεσούσης της γερμανικής Κατοχής, στα 1943. Κάθε άλλο: Επανεκδομένη έκτοτε τρις, στα 1961, 1991 και 1994, χώρια τις ανατυπώσεις, ανήκει ασφαλώς στα πιο ανθεκτικά στον χρόνο ανθολογήματα που μας κληροδότησε η παρελθούσα εκατονταετία. Προορισμένο αρχικά να αποτελέσει μιας μορφής πρόσκαιρο υποκατάστατο των τότε ακόμη ασυγκέντρωτων ποιητικών απάντων του Σικελιανού, το "Αντίδωρο" σύντομα αποδείχθηκε κάτι πολύ περισσότερο: μια χρηστική επιτομή ενός έργου που για πολλούς, είναι αλήθεια, φάνταζε ανέκαθεν αποθαρρυντικά ογκηρό. Και, επιπλέον, μια αρμόδια εισαγωγή στον εκφραστικό κόσμο ενός συγγραφέα, που ήδη από τους καιρούς του "Αλαφροΐσκιωτου" συναριθμήθηκε στους πιο ισχυρούς.
Όχι βέβαια ότι δεν υπήρξαν και άλλες εκλογές από το έργο του Σικελιανού, που φιλοδόξησαν τέτοιον μεσολαβητικό ρόλο. Κάθε άλλο. Από την πρώτη εκείνη του 1920, που με τον τίτλο "Στίχοι" τυπώθηκε όπως φαίνεται εν αγνοία του ποιητή, ώς την πολυσυζητημένη τελευταία του Ζήσιμου Λορεντζάτου (1998), ο Σικελιανός είναι ασφαλώς ο πλέον ανθολογημένος ατομικά Νεοέλληνας ποιητής, αφού οι ανθολογίες που τον αφορούν ανέρχονται, αν μετράω καλά, στις έξι. Νούμερο εντυπωσιακό, αν αναλογιστούμε ότι παλαμικές, λ.χ., ανθολογίες διαθέτουμε έως σήμερα τρεις, ενώ από τους νεώτερους ποιητές μας, που ο όγκος του έργου τους θα επέβαλε ίσως την επιλεκτική του παρουσιάση, ο Γιάννης Ρίτσος αντιπροσωπεύεται μόλις με δύο και ο Οδυσσέας Ελύτης με μία και μοναδική.
Παρ' όλ' αυτά, μολονότι δηλαδή ούτε το "Αντίδωρο" ούτε άλλες εκλογές από το έργο του Σικελιανού έλειψαν ποτέ από το τραπέζι μας, η νέα έκδοση μπορεί και πρέπει να θεωρηθεί αληθινό απόκτημα. Και τούτο γιατί ο επιμελητής της Κώστας Μπουρναζάκης φρόντισε να τη συνοδεύσει με εκείνα τα αναγνωστικά εφόδια, όσα θα έπρεπε σήμερα, μισόν και πλέον αιώνα από την κοίμηση του Λευκάδιου, να θεωρούνται αυτονόητα. Με ιστορικοκριτικά "Επιλεγόμενα" δηλαδή και "Σημειώσεις" στα επιμέρους ποιήματα, με την αναθεώρηση του κειμένου σε ορισμένα από αυτά (όπου η κατοπινότερη, οριστική, μορφή του διαφέρει από εκείνην του 1943) και εκτενές "Γλωσσάριο". Στον επιμελητή οφείλουμε ήδη τη μνημειώδη δίτομη συναγωγή της αλληλογραφίας του ποιητή ("Γράμματα", Ίκαρος 2000). Από τον ίδιο αναμένουμε τη νέα έκδοση του "Λυρικού Βίου", ικανή πρόγευση της οποίας αποτελεί ο ανά χείρας τόμος.
Για να γίνει αντιληπτή η σημασία της νέας έκδοσης, αρκεί μονάχα να θυμήσω ότι τα σικελιανικά έργα κυκλοφορούν μέχρι σήμερα γυμνά σχολίων. Το σχέδιο του Γ. Π. Σαββίδη για έναν ξεχωριστό τόμο Σημειώσεων, συνοδευτικών του "Λυρικού Βίου", του "Πεζού Λόγου", και της "Θυμέλης", έμελε να μην ευοδωθεί. Έτσι στην τρέχουσα έκδοση του "Λυρικού Βίου", ακόμη και μια πληροφορία τόσο στοιχειώδης όσο το πότε ακριβώς γράφτηκε το κάθε ποίημα, απουσιάζει παντελώς. Στις προηγούμενες εκδόσεις του "Αντίδωρου", είναι αλήθεια, υπήρχαν οι σχετικοί δείκτες, όμως και εκεί οι ανακρίβειες δεν έλειπαν. Έτσι η "Συνείδηση της Προσωπικής Δημιουργίας" φερόταν γραμμένη στα 1915-17, αντί του ορθού 1943. Ο Μπουρναζάκης αποκαθιστά τις ορθές χρονολογίες, δίνοντάς μας για πρώτη φορά την ευκαιρία να αποτιμήσουμε με ακρίβεια την πορεία του ποιητή προς την ωριμότητα, χωρίς να χρειάζεται προς τούτο να προστρέξουμε στην ειδική βιβλιογραφία.
Όμοιας σημασίας είναι και ο φιλολογικός υπομνηματισμός των ποιημάτων. Βασιζόμενος στα ευρήματα της νεότερης ιδίως έρευνας, ο επιμελητής ρίχνει φως σε πτυχές της ποιητικής σκέψης και του τρόπου εργασίας του Σικελιανού, άγνωστες στους περισσότερους αναγνώστες του. Πόσοι γνωρίζουν φερ' ειπείν την "απροσδόκητη πορεία" ενός άγραφου λογίου του Χριστού (ενός επεισοδίου δηλαδή από τον βίο του Ιησού το οποίο δεν μνημονεύεται στα τέσσερα κανονικά Ευαγγέλια), προτού το παραλάβει ο Σικελιανός στο ποίημά του "'Αγραφον", ένα από τα εντελέστερα της όψιμης περιόδου του; Όπως έδειξε πρόσφατα ο Σταύρος Ζουμπουλάκης, σε πρόδρομη ανακοίνωσή του δημοσιευμένη στο περιοδικό "Νέα Εστία" (Δεκέμβριος 2001), στην οποία και παραπέμπει ο Μπουρναζάκης, το άγραφο αυτό λόγιο το συναντούμε πρώτη φορά σε έργο του μεγάλου Ιρανού θεολόγου Αλ Γαζαλί (1059-1111), ο οποίος το αποδίδει με τη σειρά του στον ισλαμιστή νομοδιδάσκαλο Μαλίκ ιμπν Ανάς (710-795). Από τον Αλ Γαζαλί θα αντλήσει ο Πέρσης ποιητής Νιζαμί (1141-1209), του οποίου το σχετικό ποίημα θα μεταφράσει αρκετούς αιώνες αργότερα ο Γκαίτε στο "Δυτικο-ανατολικό Διβάνι" (1819). Στη μετάφραση του Γκαίτε θα στηριχθεί λοιπόν, ανατρέχοντας ενδεχομένως και στις παλαιότερες πηγές, ο 'Αγγελος Σικελιανός προκειμένου να γράψει το δικό του "'Αγραφον" στα 1941. Να σημειώσω μόνο ότι πριν και από τον Ζουμπουλάκη την δαιδαλώδη καταγωγή του "Αγράφου" είχε υπαινιχθεί σε ποίημά του, δημοσιευμένο και αυτό στη "Νέα Εστία" τον Γενάρη του 2001, ο Κώστας Ζαφειρόπουλος. Έχει και η καθαρά δημιουργική γραφή τις φιλολογικές της δάφνες.
Αλλά και στο ζήτημα της αποκατάστασης του αυθεντικού κειμένου η εργασία του Μπουρναζάκη επιφυλάσσει κάποτε εκπλήξεις. Στις παλαιότερες εκδόσεις του "Αντίδωρου", αλλά και στην τρέχουσα στερεότυπη έκδοση του "Λυρικού Βίου", ο αναγνώστης του "Πάσχα των Ελλήνων" δεν αποκλείεται να σκοντάψει στον στίχο: "θε να βαραίνει σύγκαιρο μες στα κρινιά το μέλι". Ο Μπουρναζάκης διορθώνει το "σύγκαιρο" σε "σύγκερο", διευκρινίζει στο γλωσσάριο την ακριβή σημασία της φράσης ("το μέλι που είναι μαζί με το κερί στην κηρύθρα"), και επικαλείται για του λόγου το αληθές το ανάλογο του "Απόκοπου": "κ' είχε το μέλι σύγκερον…". Τριπλό το κέρδος δηλαδή, αφού με τον τρόπο αυτό ξαναφέρνει στο φως μια εικόνα, ερμηνεύει μια σπάνια λέξη και υποδεικνύει την προέλευσή τους.
Όλα αυτά, η επιμονή στή φιλολογική λεπτομέρεια και ιδίως στη διακρίβωση των πηγών, μπορεί να ακούγονται ενίοτε δασκαλίστικα, ή και σχολαστικά. Ας βεβαιωθεί ο αναγνώστης ότι δεν είναι. Για έναν ποιητή όπως ο Σικελιανός, του οποίου η λυρική ρώμη ταυτίστηκε συχνά με τον βιολογικό αυθορμητισμό αν όχι με την πηγαία αφέλεια, η επισήμανση ότι στάθηκε από τους πλέον λόγιους, από τους πλέον διανοητικούς και (στα ποιήματά του τουλάχιστον) από τους πλέον ακριβολόγους συγγραφείς μας δεν μπορεί να αποτελεί παρά αναγκαία ειδοποίηση. Γιατί πρέπει να ειπωθεί με κάθε έμφαση: Δεδομένης της πολλαπλής ιδιοτυπίας του έργου του, που σε πολλά αντιμάχεται ευθέως τις τρέχουσες αντιλήψεις μας περί ποιητικού λόγου, ο Σικελιανός είναι σήμερα, και δη με απόσταση, ο δυσκολότερος ποιητής της γραμματείας μας. Πράγμα που με τη σειρά του εξηγεί ώς έναν βαθμό τη μόνιμη αμηχανία σχολιαστών και κοινού απέναντί του. Με την έννοια αυτή, μόνο η επισταμένη αναψηλάφηση των μορφών και των ιδεών που έθρεψαν τη σκέψη του μπορεί να διαλύσει τις κραταιές ακόμη προκαταλήψεις και να ανοίξει τον δρόμο στη βαθύτερη κατανόηση του έργου του. Η νέα έκδοση του "Αντίδωρου" είναι ένα γενναίο βήμα προς την κατεύθυνση αυτή.
Πρώτη δημοσίευση: εφ. Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, Κυριακή, 4. 4. 2004
Βλ. ακόμη: — Σικελιανός: Χρήση και επικαιρότητα της ποίησής του
[ 31. 7. 2006 ] |
|
|
|