|
"Δεν μπορούμε ν' αφήσουμε τον ουρανό αδειανό" |
ΜΙΑ ΣΥΝΟΜΙΛΙΑ ΤΟΥ ΓΕΡΜΑΝΟΥ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ ΜΑΡΤΙΝ ΒΑΛΖΕΡ ΜΕ ΤΟΝ ΚΩΣΤΑ ΚΟΥΤΣΟΥΡΕΛΗ
ΚΩΣΤΑΣ ΚΟΥΤΣΟΥΡΕΛΗΣ: Οι συγγραφείς είναι μελετητές της ανθρώπινης συμπεριφοράς, γράφετε κάπου. Αντικείμενό τους είναι οι ίδιοι.
ΜΑΡΤΙΝ ΒΑΛΖΕΡ: Έτσι είναι. Όμως αυτό δεν έχει να κάνει με αυτοβιογράφηση, πράγμα άλλωστε πολύ τετριμμένο. Το ό,τι κάτι συνέβη στην πραγματικότητα, δεν σημαίνει ότι μπορούμε να το περιλάβουμε έτσι αχώνευτο σ' ένα βιβλίο. Η ίδια η πραγματικότητα, η ζωή είναι αφόρητα τετριμμένη. Πρέπει να την αφηγηθούμε πάλι και πάλι, ώσπου να γίνει υποφερτή.
Κ.Κ.: Είναι αυτό το κίνητρό σας όταν γράφετε;
Μ.Β.: Ταξιδεύοντας με το τραίνο, μου συνέβη πολλές φορές να κάνω την ίδια παρατήρηση. Έβλεπα ανθρώπους που μόλις έβρισκαν κάθισμα κι έπαιρναν ανάσα, άρχιζαν ν' αφηγούνται τι τους συνέβη το ίδιο εκείνο πρωί, στη Φραγκφούρτη, το Βισμπάντεν, την Κολωνία. Και είναι αυτή η αφήγηση μια πρώτη δοκιμή, ας πούμε, για την επόμενη, παραλλαγμένη αφήγηση που θα κάνουν το βράδυ στο σπίτι τους. Και κάθε φορά, με κάθε νέα αφήγηση κάνουν αυτό που έζησαν όλο και πιο υποφερτό, όλο και πιο κατανοητό για τους ίδιους. Απ' αυτή τη διαρκώς επαναλαμβανόμενη αφήγηση ξεκινούν τα πάντα. Ακόμη και ο Όμηρος δεν είναι παρά αυτή η διαρκής ανάπλαση του παρελθόντος μέσω της αφήγησης. Φυσικά ότι απ' όλα αυτά μπορεί να ξεπηδήσει κάτι ωραίο, η τέχνη, είναι ένα άλλο μυστικό. Όμως η απλή αυτοβιογραφία δεν αρκεί.
Κ.Κ.: "Αργά ή γρήγορα, γίνονται όλα τέχνη", έχετε πει.
Μ.Β.: Η δική μου γενιά, ξέρετε, ανατράφηκε κάτω από δύο ουρανούς. Ο ένας ήταν ο χριστιανικός ουρανός. Ο άλλος, αυτός της κλασσικής αρχαιότητας όπου δέσποζε ο χορός των Μουσών. Και τι άλλο συμβολίζουν οι Μούσες παρά αυτή τη μεταρσίωση της πραγματικότητας σε τέχνη;
Κ.Κ.: Σήμερα όμως δεν ζούμε κάτω απ' αυτόν τον ουρανό.
Μ.Β.: Ναι, σήμερα δεν έχουμε πια Μούσες, ούτε χριστιανικό ουρανό. Όμως η ανάγκη να υπερβούμε την ανυπόφορη πραγματικότητα γύρω μας παραμένει. Δεν μπορούμε ν' αφήσουμε τον ουρανό αδειανό. Η δική μου μούσα είναι η έλλειψη. Αν τα είχα όλα, δεν θα έγραφα. Θα προτιμούσα να πηγαίνω για ιππασία ή για κολύμπι, να ιδρύω εργοστάσια. Αυτή η έλλειψη είναι πάντα που μας κάνει να επινοοούμε θεούς, αγγέλους και μούσες, και να επιζητούμε το ωραίο. Η δουλειά της τέχνης είναι να κάνει ωραία τη ζωή, γιατί δεν είναι. Δεν αρκεί να αφηγηθείς αυτό που υπήρξε, πρέπει να το αφηγηθείς και ωραία. Μόνο τότε παύει πια να είναι αυτό που ήταν.
Κ.Κ.: Πέρα από το να εξιστορούν τον ιδιωτικό βίο των πρωταγωνιστών τους, τα βιβλία σας, και κυρίως όσα γράψατε την τελευταία δεκαετία, χρονογραφούν και τα άχθη της πρόσφατης ιστορίας, όπως τη γερμανική διχοτόμηση.
Μ.Β.: Ως συγγραφέας ήμουν υποχρεωμένος να πάρω σοβαρά αυτόν τον χωρισμό, δεν μπορούσα να αγνοήσω τον παραλογισμό των συνόρων που έκοβαν στα δύο το Βερολίνο, με ό,τι αυτό σήμαινε για τη μοίρα των ανθρώπων. Αυτό έκανε πολλούς να δουν σ' ένα βιβλίο όπως η "Υπεράσπιση της παιδικής ηλικίας" ένα ιστορικό μυθιστόρημα. Σ' αυτό συνέβαλε φυσικά και η επανένωση των δύο γερμανικών κρατών που συνέπεσε με την έκδοσή του.
Κ.Κ.: Σε αντίθεση με άλλους Γερμανούς συγγραφείς και καλλιτέχνες, εσείς σταθήκατε από την αρχή υποστηρικτής της γερμανικής ενότητας.
Μ.Β.: Ναι, και αυτό μου στοίχισε την απώλεια πολλών φίλων. Είναι απίστευτο, αλλά άνθρωποι που με γνωρίζουν εδώ και τριάντα ή σαράντα χρόνια, μου έκοψαν ξαφνικά την καλημέρα ή άρχισαν να με θεωρούν από τη μια στιγμή στην άλλη ακροδεξιό. Για ένα μεγάλο μέρος των διανοουμένων της πρώην Δυτικής Γερμανίας, η γερμανική διαίρεση ήταν το αναγκαίο τίμημα που έπρεπε να καταβληθεί για τις θηριωδίες του χιτλερισμού. Όμως αυτοί οι άνθρωποι δεν σκέφτονται ιστορικά, σκέφτονται μόνο ηθικολογικά. Αυτό τους κάνει τυφλούς εμπρός στο γεγονός ότι η γερμανική διαίρεση δεν ήταν συνέπεια του 'Αουσβιτς, αλλά του Ψυχρού Πολέμου.
Κ.Κ: Σήμερα το Τείχος δεν υπάρχει πια, όμως η ψυχική διαίρεση παραμένει.
Μ.Β.: Σαράντα χρόνια είναι σαράντα χρόνια. Δεν απαλείφονται από τη μια μέρα στην άλλη, και ίσως χρειαστεί να περιμένουμε άλλα τόσα μέχρις ότου αυτό συμβεί. Από την άλλη πλευρά, η εισβολή της πιο αχαλίνωτης κερδοσκοπίας στην πρώην Ανατολική Γερμανία δεν ευκολύνει τα πράγματα. Σαν τους τυχοδιώκτες την εποχή του πυρετού του χρυσού, πίστεψαν πολλοί ότι αρκεί να επενδύσουν κάτι ελάχιστο για να κερδίσουν αμέσως τα δεκαπλάσια. Το αποτέλεσμα ήταν αυτή η απίστευτη αυτογελοιοποίηση του καπιταλισμού στην Ανατολή, πράγμα που έδωσε το δικαίωμα στις Κασσάνδρες και τους κατ' επάγγελμα καταστροφολόγους να αισθάνονται επιβεβαιωμένοι στις προβλέψεις τους.
Κ.Κ.: Στο εξωτερικό, οι ενδογερμανικές αυτές διεργασίες ερμηνεύονται συχνά ως σημεία μιας νέας γερμανικής αυτοπεποίθησης. Και αυτό γεννά ανησυχίες, ειλικρινείς ή μη.
Μ.Β.: Τούτες οι ανησυχίες και οι φόβοι έχουν τις ρίζες τους στην απολυτοποίηση της εθνικοσοσιαλιστικής εποχής και στην ταύτισή της με κάθε τι το γερμανικό. Όμως δεν είναι έτσι τα πράγματα. Τα εγκλήματα αυτών των δώδεκα ετών, από το 1933 ώς το 1945, έχουν την ιστορική τους εξήγηση, και δεν αποτελούν σύμπτωμα κατ' αποκλειστικότητα γερμανικό. Αντίθετα μάλιστα, ένας τόσο Γερμανός πολιτικός όσο ο Βίσμαρκ, λ.χ., δεν θα ενέδιδε ποτέ στον αλλόφρονα ηγεμονισμό του Χίτλερ. Όσο και να τους κατανοώ, προσωπικά θλίβομαι μ' όλους αυτούς που επιμένουν να αντιμετωπίζουν τη Γερμανία σαν έναν υπό αναστολή απολυμένο κατάδικο, ικανό ανά πάσα στιγμή να υποτροπιάσει. Ό,τι στο Σικάγο, το Λονδίνο ή αλλού είναι καθημερινότητα, μόλις συμβεί στη Γερμανία αποκτά διαστάσεις δήθεν πρωτόγνωρες και προβάλλεται με σχόλια αποτροπιασμού στις τηλεοράσεις όλου του κόσμου.
Κ.Κ.: Η κριτική σήμερα σας επαινεί ομοθύμως, παλιότερα όμως σας είχε κακομεταχειριστεί. Πόσο ευαίσθητος είστε στις κρίσεις και τις επικρίσεις των άλλων;
Μ.Β.: Ο Μαξ Φρις έγραψε κάποτε ότι η διαφορά μεταξύ μιας θετικής και μιας αρνητικής κριτικής είναι ότι την αρνητική κριτική τη διαβάζει κανείς με πολύ μεγαλύτερη προσοχή. Κι εγώ έχω κάπου πει ότι η διαφορά ανάμεσα σ' αυτόν που σε επαινεί και σ΄αυτόν που σε ψέγει είναι ότι τον πρώτο μπορείς να τον διακόψεις. Το χειρότερο είναι βέβαια να μη σε παίρνουν καν υπόψη τους. Όσο είσαι νέος, οι επικρίσεις σε κάνουν να αισθάνεσαι ανασφάλεια. Στο τέλος, όμως συμφιλιώνεσαι με το γεγονός, αποδέχεσαι ότι δεν υπάρχει μόνιμη σιγουριά. Στην πραγματικότητα ένας συγγραφέας δεν μπορεί να αποφύγει αυτή τη βαθύτερη ανασφάλεια. Και, ξέρετε, το αίσθημα αυτό δεν το υπερβαίνεις ποτέ. Ούτε η ηλικία και η καθιέρωση, ούτε ένας τραπεζικός λογαριασμός μπορούν να σου προσφέρουν μεγαλύτερη ασφάλεια. Όσο μεγαλύτερες είναι οι καταθέσεις σου στην τράπεζα, τόσο αμφιβάλλεις αν σου ανήκουν πραγματικά. Και το επόμενο βιβλίο είναι πάντα μια λευκή επιφάνεια που καλείσαι να τη γεμίσεις σαν να είναι η πρώτη φορά.
"ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΣΙΓΟΥΡΟ αν μετά τον θάνατο του Τόμας Μπέρνχαρντ υπάρχει άλλος γερμανόφωνος συγγραφέας, ικανός να γράψει μια τόσο επιβλητική, τόσο καθηλωτική πρόζα". Με αυτά τα λόγια χαιρέτιζε στις αρχές της δεκαετίας του '90 η βιεννέζικη εφημερίδα DIE PRESSE το μυθιστόρημα του Martin Walser "Η υπεράσπιση της παιδικής ηλικίας". Περισσότερο από κάθε άλλον ομότεχνό του, ο Βάλζερ θεωρείται ο χρονικογράφος της Γερμανίας του Μεταπολέμου. Οι εύθραυστοι ήρωες των βιβλίων του είναι τα άτομα μιας κοινωνίας ευημερούσας αλλά κατά κανένα τρόπο απελευθερωμένης. Θηρευτές της επιτυχίας μέσα σε ένα περιβάλλον ανελέητα ανταγωνιστικό, καλούνται στο τέλος να καταβάλουν το βαρύ προσωπικό τίμημα που συνεπάγεται η προσαρμογή τους σ' αυτό. Εξίσου αιχμηρός με τον πεζογράφο Βάλζερ, ήταν ανέκαθεν και ο διανοούμενος Βάλζερ. Η ομιλία του στη Φρανκφρούρτη το 1998 πάνω στο γερμανικό παρελθόν έδωσε τροφή σε μια δημόσια έριδα, που ο απόηχός της δεν έχει ακόμη καταλαγιάσει.
Ο Μάρτιν Βάλζερ γεννήθηκε το 1927 στο Βάσσερμπουργκ, στις όχθες της λίμνης της Κωνσταντίας. Το πολυσχιδές έργο του (μυθιστορήματα, δράματα και δοκίμια) συγκεντρώθηκε από τις Εκδόσεις Suhrkamp στους δώδεκα τόμους των "Απάντων" του. Τιμήθηκε μεταξύ άλλων με το σημαντικότερο γερμανικό λογοτεχνικό έπαθλο, το Βραβείο Μπύχνερ (1981), και με το Βραβείο Ειρήνης της Ένωσης Γερμανών Βιβλιοπωλών (1998). Από τους συγγραφείς εκείνους που ήδη εν ζωή θεωρούνται κλασικοί στην πατρίδα τους και με διεθνή ακτινοβολία, ο Βάλζερ στην Ελλάδα μεταφράστηκε μάλλον σποραδικά. Από τις εκδόσεις Οδυσσέας κυκλοφορούν τα βιβλία του "Αφηνιασμένο άλογο" και"Ανεπίδοτα γράμματα", από τις εκδόσεις Καστανιώτη το μυθιστόρημά του "Η πηγή", και από την Δωδώνη το θεατρικό του "Δρυς και κουνέλια αγκορά". Σε μετάφραση Κώστα Κουτσουρέλη και Πάνου Σιμιτού κυκλοφορεί από την "Εστία" το μυθιστόρημά του "Η υπεράσπιση της παιδικής ηλικίας".
Πρώτη δημοσίευση: εφ. Η KΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, Kυριακή, 15. 7. 2001
[ 24. 7. 2006 ]
|
|
|
|